ρίφι

ρίφι
Hμιορεινός οικισμός (υψόμ. 370 μ.), στην πρώην επαρχία Πάλης, του νομού Κεφαλληνίας. Βρίσκεται στα δυτικά παράλια του νησιού και προς τα BΔ του Ληξουρίου. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (2 τ. χλμ.).
* * *
το, Ν
βλ. ερίφιο.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ερίφιο — και (ε)ρίφι, το (AM ἐρίφιον, Μ και ἐρίφι( ν) και ρίφι( ν)) κατσικάκι, νεαρός γόνος αίγας. [ΕΤΥΜΟΛ. < ερίφ ιον υποκοριστικό τής λ. έριφος*] …   Dictionary of Greek

  • ριφάκι — το, Ν [ρίφι] κατσικάκι …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”